RSS

Twitter

Facebook

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Νικόλαος Πλαστήρας (1883 - 1953)

  Ο πρώην πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας, γνωστός στους παλαιότερους για το έργο του και δυστυχώς "άγνωστο" το ήθος του από τους σημερινούς διαδόχους του, υπήρξε στρατιωτικός και πολιτικός της νεότερης Ελλάδας. Σε μια περίοδο όπου ο κόσμος έχει χάσει την εμπιστοσύνη του προς τις κυβερνήσεις, όπου η Ελλάδα ξεπουλιέται δεξιά κι αριστερά με τις μίζες να δίνουν και να παίρνουν, όπου οι κυβερνώντες κατηγορούνται ως υποχείρια μη-ελληνικών μεγάλων δυνάμεων, όπου η πολιτική του δικομματισμού των τελευταίων ετών έχει διασπάσει την ενότητα της χώρας με αποτέλεσμα ο κόσμος να στρέφεται σε ακραίες επιλογές αγανάκτησης κι αντίδρασης, πολλοί θα ήταν αυτοί που θα νοσταλγούσαν έναν πολιτικό σαν τον Νικόλαο Πλαστήρα. Ποιος όμως ήταν ο Ν. Πλαστήρας;

  Αν και δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις ο στρατηγός Ν. Πλαστήρας ήταν ο φόβος και ο τρόμος του τουρκικού στρατού. Ο χειρότερος εφιάλτης του Κεμάλ Ατατούρκ και του Ισμέτ Πασά, ο "Μαύρος Καβαλάρης" όπως είχε χαρακτηριστεί στους Βαλκανικούς Πολέμους, ο αντισυνταγματάρχης διοικητής του ένδοξου 5/42 συντάγματος Ευζώνων.
  Πιο αναλυτικά, γεννιέται στις 4 Νοεμβρίου 1883 στο Βούνεσι (σημερινό Μορφοβούνι Καρδίτσας) κι αφού τελείωσε το γυμνάσιο κατατάχθηκε ως εθελοντής στο στρατό με τον βαθμό του δεκανέα το 1903 και πήρε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα.
  Το 1912 ονομάζεται ανθυπολοχαγός και παίρνει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Εκεί διακρίθηκε στη μάχη του Λαχανά, όπου οι συμπολεμιστές του, του δίνουν το προσωνύμιο "Μαύρος Καβαλάρης". Επίσης στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο έδειξε ξεχωριστά χαρίσματα στη μάχη του Σκρα και προήχθει σε αντισυνταγματάρχη.
  Το 1919 ανέλαβε τη διοίκηση του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων στην Ουκρανία συμμετέχοντας στη συμμαχική εκστρατεία υποστήριξης του Ρωσικού "Λευκού Στρατού" ενάντια στους μπολσεβίκους του Λένιν. Μετά την γνωστή αποτυχία του εγχειρήματος η ίδια μονάδα με τον Πλαστήρα στον βαθμό του συνταγματάρχη εστάλη στο Μικρασιατικό Μέτωπο. Όλα αυτά, ενώ κατά την περίοδο του εθνικού διχασμού είχε συνταχθεί με τον Ελευθέριο Βενιζέλο στο Κίνημα Εθνικής Αμύνης. Επίσης η δράση του κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία ενίσχυσε τη φήμη του. Οι Τούρκοι τον ονομάζουν Καρα-Πιπέρ (μαύρο πιπέρι) εξ αιτίας του μελαμψού του χρώματος και την μονάδα του Σεϊτάν-Ασκέρ (Στρατός του Διαβόλου).
  Έρχεται όμως η Μικρασιατική Καταστροφή και υπό τις οδηγίες του κατά την υποχώρηση του ελληνικού στρατού διασώζονται εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από σφαγή, γεγονός που τον έκανε να αγαπηθεί όσο κανένας άλλος από αυτούς. Λίγο αργότερα αποκλήθηκε "άγιος της προσφυγιάς", ενώ πολλά παιδιά πήραν για βαπτιστικό όνομα το επώνυμο Πλαστήρας. Την ίδια περίοδο, κάτω από το βάρος της Μικρασιατικής Καταστροφής ηγείται της Επανάστασης Χίου-Μυτιλήνης και τον Σεπτέμβριο του 1922 μπαίνει στην Αθήνα και ανατρέπει την κυβέρνηση του Βασιλιά Κων/νου του Α'. Η είσοδος αυτή σηματοδοτεί ουσιαστικά και την είσοδό του στην πολιτική ζωή της χώρας, καθορίζοντας ανεξίτηλα την πορεία της.
  Σ' αυτό το διάστημα προσάγει σε δίκη τους πολιτικούς και στρατιωτικούς υπεύθυνους της ήττας στο Μικρασιατικό Μέτωπο στη "Δίκη των έξι", όπου με μια αμφιλεγόμενη απόφασή του, καταδικάζονται σε θάνατο για προδοσία της πατρίδος και εκτελούνται στο Γουδί. Ακραίο, τολμηρό αλλά το όνομά του και μόνον αρκεί για να κατευνάσει η λαϊκή οργή, η οποία απαιτούσε την παραδειγματική τιμωρία των υπευθύνων της Μικρασιατικής Καταστροφής. (Ο όρος "προδοσία της πατρίδος" ακούγεται και στα χρόνια μας, χωρίς όμως να τιμωρείται κανείς... Ο Πλαστήρας πήρε αυτήν την ακραία και τολμηρή απόφαση... Κάποιος άλλος σήμερα ας πάρει κάποια άλλη απόφαση, αρκεί να έχει ως στόχο την τιμωρία...)
  Να σημειωθεί εδώ πως η Αγγλία, μέσω του Άγγλου πρέσβη της, ζητούσε επίμονα και με απειλές κατά της χώρας μας, να μην καταδικάσει τους έξι κατηγορούμενους και προστατευόμενούς της. Ο Πλαστήρας απάντησε με την εξής επιστολή :
  "Η Ελλάς υπήρξε τίμια Σύμμαχος της Αγγλίας. Την εγκαταλείψατε αλλά εκείνη συνέχισε μόνη τον αγώνα. Είδε τους πληθυσμούς της να σφάζονται, την ελληνική γη να ακρωτηριάζεται. Μπορεί να ζήσει και μόνη. Και αν καταρρεύσει θα στήσουμε στον Κάβο Μαλέα μια πινακίδα που θα γράφει, πως εδώ ανθούσε κάποτε ένας πολιτισμός που κατέστρεψαν οι Δυτικές Δυνάμεις. Αυτό να διαβιβάσεις στην κυβέρνησή σου. Τελειώσαμε Κύριε. Πηγαίνετε."
  (Φανταστείτε τον Κ. Καραμανλή ή τον Γ. Παπανδρέου ή τον Α. Σαμαρά ή οποιονδήποτε άλλον να στέλνουν τέτοια επιστολή σε μια αντίστοιχη δύναμη των καιρών μας...)
  Ταυτόχρονα με ανασύνταξη της Στρατιάς του Έβρου και με την απειλή Ελληνοτουρκικού πολέμου ενίσχυσε την διαπραγματευτική θέση του Ελ. Βενιζέλου και υπογράφτηκε το 1923 η Συνθήκη της Λωζάνης. Μια συνθήκη που ακόμη και σήμερα επικαλούμαστε για την υπεράσπιση των εθνικών μας δικαίων. Μια συνθήκη που οι όροι της θα ήταν σαφώς δυσμενέστεροι αν στο τιμόνι της χώρας δεν ήταν ο Ν. Πλαστήρας.Στην σύντομη αυτή διάρκεια της επαναστατικής κυβέρνησης έδωσε λύσεις στο πρόβλημα στέγασης των προσφύγων και στο χρόνιο αγροτικό ζήτημα της εποχής, όπου για πρώτη φορά το μεγαλύτερο μέρος των τσιφλικιών διανεμήθηκε στους ακτήμονες με μελλοντική καταβολή κάποιας αποζημίωσης.
  Το 1924 παραδίδει την εξουσία και ανακηρύσσεται από την Διεθνή Εθνοσυνέλευση "Άξιος της Πατρίδος". Αποστρατεύεται με τον βαθμό του αντιστρατήγου και φεύγει στο εξωτερικό για να φροντίσει την κλονισμένη υγεία του (έπασχε από φυματίωση).
  Όλο αυτό το διάστημα, κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ζει εκτός Ελλάδας. Παρόλα αυτά διώκεται από την δικτατορία του Πάγκαλου. (Θυμίζει λίγο την ιστορία με τον Κολοκοτρώνη, που καταδικάστηκε σε θάνατο από τις ξένες δυνάμεις ή αν θέλετε από τους υποκινούμενος Έλληνες βουλευτές.) Όμως προσπαθεί από την δύσκολη κοινωνική θέση και υγείας που βρίσκεται να εκφράζει σκέψεις και να διατυπώνει απόψεις για το πως η Ελλάδα θα βγει με λιγότερη ζημία από την δεδομένη πραγματικότητα. Η απουσία του όμως αυτή από τα ελληνικά δρώμενα και η παραμονή του για μεγάλο διάστημα στην Ιταλία δεν θα τον βοηθήσει να έχει καθαρή σκέψη κατά των απειλών του ελληνικού έθνους.
  Μετά τα Δεκεμβριανά του 1944 σχηματίστηκε Κυβέρνηση με επικεφαλής τον Ν. Πλαστήρα ως προσωπικότητα ευρείας αποδοχής. Στην θητεία του αυτή προσπάθησε να αποτρέψει τον Εμφύλιο Πόλεμο, όπως πρώτος αποκάλεσε. Η Βρετανική πολιτική όμως τον έβλεπε σαν εμπόδιο στα σχέδιά της, γι' αυτό μεθοδεύεται η παραίτησή του ύστερα από 4 μήνες θητείας, κατηγορώντας τον για "φιλογερμανική στάση", επικαλούμενη τις απόψεις του την περίοδο πριν τον πόλεμο του '40 όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Ορίζουν αντιβασιλέα τον μητροπολίτη Δαμασκηνό και ακολουθεί το θλιβερό κεφάλαιο του Εμφυλίου Πολέμου.
  Μετά την λήξη του εμφυλίου πολέμου, στο διάστημα 1950 - 1952 ο Πλαστήρας πρωταγωνιστεί ξανά και για τελευταία φορά στην πολιτική σκηνή. Παρά το σύντομο όμως χρονικό διάστημα της θητείας του, η κυβέρνηση Πλαστήρα ανέπτυξε πλούσια δράση σε πολλούς τομείς. Προτεραιότητές της η εξάλειψη των συνεπειών του Εμφυλίου και η οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση. Με τη λήψη των "μέτρων ειρηνεύσεως" και την πολιτική "λήθης του παρελθόντος", προσπάθησε να επουλώσει τις βαθιές πληγές μιας δεκαετίας καταστροφών. Ασκώντας γενικά μετριοπαθή πολιτική, προσπάθησε να υλοποιήσει ένα πρωτότυπο και τολμηρό για τις συνθήκες της εποχής σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα, το οποίο μεταξύ των άλλων προβλέπει εθνικοποιήσεις, παρεμβάσεις στις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, αξιοποίηση της αμερικάνικης βοήθειας με διάφανες διαδικασίες, διασφάλιση κοινωνικών παροχών, διανομή γης σε ακτήμονες αγρότες, ψήφιση νέου συντάγματος και προώθηση δημοκρατικών θεσμών, δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες κ.α.. Όλα αυτά σε διάστημα 2 ετών. Επίσης πίστευε πως ο στρατός δεν έχει καμία σχέση με την εξουσία. Ο στρατός θα πρέπει να αποτελεί το εκτελεστικό όργανο αυτής.
  Με κλονισμένη υγεία λόγω εγκεφαλικών επεισοδίων που υπέστη το 1952, με το κόμμα του διασπασμένο, με τις Αμερικανικές δυνάμεις να υποκινούν τους ψηφοφόρους εναντίον του και να υποδεικνύουν αντιπάλους του και με την Αριστερά να τον εξομοιώνει με τον αντίπαλό του με το αλήστου μνήμης "Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας!" χάνει τις εκλογές. Λίγους μήνες αργότερα, στις 26 Ιουλίου 1953, θα αναπαύσει τα ταλαιπωρημένο κορμί του για πάντα, σκορπώντας θλίψη στο Πανελλήνιο.

  Ο στρατηγός Νικόλαος Σαμψών, φίλος του Πλαστήρα, σε επιστολή του περιγράφει, το παρακάτω : "Όταν πέθανε ο Πλαστήρας δεν άφησε πίσω του σπίτι, ακίνητα ή καταθέσεις σε τράπεζες. Η κληρονομιά που άφησε στην ορφανή προσφυγοπούλα ψυχοκόρη του (την οποία είχε υιοθετήσει κατά την υποχώρηση από το Μικρασιατικό Μέτωπο), ήταν 216 δρχ., ένα δεκαδόλλαρο και μια λακωνική προφορική διαθήκη: «Όλα για την Ελλάδα!»." Βρέθηκε επίσης στα ατομικά του είδη ένα χρεωστικό του Στρατού (ΣΥΠ 108) για ένα κρεβάτι που είχε χάσει κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία και 8 δρχ. με σημείωση να δοθούν στο Δημόσιο για την αξία του κρεβατιού, ώστε να μην χρωστά στην Πατρίδα.
  Στην κηδεία του τον έντυσαν το νεκρικό κοστούμι που το αγόρασε ο φίλος του Διονύσιος Καρρέρ, γιατί ο ίδιος τον μισθό του τον πρόσφερε διακριτικά σε άπορους και ορφανά παιδιά. Ο δε γιατρός, που ήταν παρών και υπέγραψε το σχετικό πιστοποιητικό θανάτου, μέτρησε στο ταλαιπωρημένο κορμί του 27 σπαθιές και 9 σημάδια από βλήματα.
  Αξίζει να σημειωθούν μερικά από τα αξιόλογα συμβάντα στον βίο του Ν. Πλαστήρα τα οποία χαρακτηρίζουν τον άνδρα και τον καθιστούν πρότυπο, παράδειγμα προς μίμηση για παλιότερους αλλά και σημερινούς διαδόχους του.
  
  Ο αείμνηστος Ανδρέας Ιωσήφ, πιστός φίλος του, αναφέρει πως : Ο στρατηγός είχε απαγορεύσει στους δικούς του να χρησιμοποιούν το όνομα "Πλαστήρας" όπου κι αν πήγαιναν. Ο αδελφός του ήταν άνεργος. Το εργοστάσιο ζυθοποιίας ΦΙΞ ζητούσε οδηγό κι εκείνος έκανε αίτηση. Ο αρμόδιος υπάλληλος τον ρώτησε πώς λέγεται κι επειδή αυτός δίσταζε να πει το όνομά του, ενθυμούμενος την εντολή του στρατηγού, τον ξαναρώτησε και δυο και τρεις φορές, ώσπου αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι τον λένε Πλαστήρα. Παραξενεμένος ο υπεύθυνος ζητάει να μάθει αν συγγενεύει με το στρατηγό και πρωθυπουργό. Μετά από πολύ δισταγμό του αποκαλύπτει ότι είναι αδελφός του. Αφού η αίτηση, ικανοποιήθηκε, παρακάλεσε να μη το μάθει ο αδελφός του. Ο στρατηγός το έμαθε κι αφού τον κάλεσε αμέσως στο σπίτι του τον επέπληξε και του απαγόρευσε να αναλάβει αυτή την εργασία λέγοντάς του : "Αν έχεις ανάγκη, κάτσε εδώ να μοιραζόμαστε το φαγητό μου".
  
  Ο Πλαστήρας ήταν άρρωστος, έπασχε από φυματίωση, κι έμενε σ' ένα μικρό σπιτάκι στο Μετς, κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Του πρότειναν να του βάλουν ένα τηλέφωνο δίπλα στο κρεβάτι αλλ' αυτός αρνήθηκε λέγοντας : "Μα τι λέτε; Η Ελλάδα πεινάει κι εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο;".
  
  Πολλές φορές με τρόπο έστελνε και αγόραζαν ψωμί, ελιές και λίγη φέτα. Τότε οι γύρω του, του υπενθύμιζαν ότι είχε ανάγκη καλύτερου φαγητού λόγω της αρρώστιας κι εκείνος με απλότητα τους απαντούσε: "Τι κάνω; Σκάβω για να καλοτρώγω;".

  Ο Βάσος Τσιμπιδάρος, δημοσιογράφος στην εφημερίδα "Ακρόπολη", περιγράφει το εξής περιστατικό: "Κάποτε, ο στενός του φίλος Γιάννης Μοάτσος, είχε πάρει την πρωτοβουλία να του εξασφαλίσει μόνιμη στέγη, για να μην περιφέρεται εδώ και εκεί σε ενοικιαζόμενα δωμάτια. Πήγε λοιπόν σε μια Τράπεζα και μίλησε με τον διοικητή. "Τι;", απόρησε εκείνος. "Δεν έχει σπίτι ο Πλαστήρας; Βεβαίως και θα του δώσουμε ό,τι δάνειο θέλει και μάλιστα με τους καλύτερους όρους!". Ο Μοάτσος έτρεξε περιχαρής στον Πλαστήρα, του το ανήγγειλε και εισέπραξε την αντίδραση : "Άντε ρε Γιάννη, με τι μούτρα θα βγω στο δρόμο, αν μαθευτεί πως εγώ πήρα δάνειο για σπίτι;". Έσχισε το έντυπο στα τέσσερα και το πέταξε.

  Ο εκδότης Δημήτρης Λαμπράκης δώρησε κάποια στιγμή στον Πλαστήρα ένα ωραίο χρυσό στυλό κι αφού ο στρατηγός κάλεσε τον φίλο του Ανδρέα του λέει:
- "Εγώ δεν βάζω χρυσές υπογραφές. Μου φτάνει το στυλουδάκι μου. Να το στείλεις πίσω."
- "Μα θα προσβληθεί."
- "Δεν πειράζει. Ας μου κόψει το νερό από το κτήμα. Δεν θέλω δώρα Ανδρέα. Γιατί τα δώρα φέρνουν και αντίδωρα."!
  
  Το 1952, πρωθυπουργός ο Πλαστήρας, ήταν κατάκοιτος από την αρρώστια που τον βασάνιζε, όταν μία μέρα δέχθηκε την επίσκεψη της Βασίλισσας Φρειδερίκης. Μπαίνοντας εκείνη στο λιτό ενοικιαζόμενο διαμέρισμά του εξεπλάγη όταν είδε τον πρωθυπουργό να χρησιμοποιεί ράντζο για τον ύπνο του και τον ρώτησε με οικειότητα : "Νίκο, γιατί το κάνεις αυτό;" και η απάντηση ήρθε αφοπλιστική. "Συνήθισα, Μεγαλειοτάτη, το ράντζο από το στρατό και δεν μπορώ να το αποχωριστώ."

  Ο Πλαστήρας εκτός από ικανότατος στρατιωτικός με πολιτική δράση, υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος. Υπόδειγμα πατριωτισμού, τιμιότητας, αρετής, ανιδιοτελούς προσφοράς και απλόχερης ανθρωπιάς. Ποτέ του δεν απόκτησε περιουσιακά στοιχεία και έμεινε στην ιστορία ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα πολιτικού και στρατιωτικού που πέθανε "στην ψάθα". Τα στοιχεία αυτά τον έκαναν ν’ αγαπηθεί απ’ τον απλό λαό όσο κανένας ίσως άλλος δημόσιος άνδρας, αλλά κι ο ίδιος ποτέ δεν αποστασιοποιήθηκε απ’ το λαό.
  Σήμερα ουδείς τον θυμάται. Αυτό, δεν είναι φυσικά πρόβλημα για τον ίδιο. Μήπως είναι όμως για τη χώρα;
  Εγώ, από αυτά που άκουσα και διάβασα ανέδειξα αυτόν (Νικόλαος Πλαστήρας), κάποιος άλλος ας βρει να αναδείξει κάποιον άλλον!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου